Κάταγμα Ποδοκνημικής

Κάταγμα-Ποδοκνημικής

Τι είναι το κάταγμα ποδοκνημικής;

Το κάταγμα ποδοκνημικής είναι ένα σπάσιμο, μερικό ή ολικό, στην περιοχή του αστράγαλου. Αφορά τα περιφερικά άκρα της κνήμης, της περόνης ή και των δύο οστών. Η κνήμη βρίσκεται στην εσωτερική πλευρά του ποδιού και η περόνη στην εξωτερική. Τα απομακρυσμένα άκρα των οστών της περόνης και της κνήμης ονομάζονται αντίστοιχα έξω και έσω σφυρό. Ένα κάταγμα ποδοκνημικής μπορεί να κυμαίνεται από λιγότερο βαρύ, όπως ένα αποσπαστικό κάταγμα, έως και συντριπτικό κάταγμα και προκαλείται συνήθως από τη στροφή του αστραγάλου προς τα μέσα ή προς τα έξω.

 

Ταξινόμηση καταγμάτων ποδοκνημικής

Τα κατάγματα ποδοκνημικής ταξινομούνται ως εξής:

  • Μεμονωμένα έξω ή έσω σφυρού
  • Αμφισφύρια έξω ή έσω σφυρού
  • Τρισφύρια έσω, έξω και οπισθίου σφυρού

Τα κατάγματα ποδοκνημικής, αναλόγως το μηχανισμό πρόκλησης της κάκωσης, μπορούν να εμφανίσουν διάφορους συνδυασμούς ή να συνοδεύονται από εξαρθρήματα του αστραγάλου.

 

Πώς προκαλείται ένα κάταγμα ποδοκνημικής;

Τα κατάγματα της ποδοκνημικής δημιουργούνται από κακώσεις χαμηλής ενέργειας. Αυτό σημαίνει ότι προκαλούνται από τραυματισμούς στο ανέβασμα της σκάλας, το περπάτημα, κατά τη διάρκεια ορισμένων αθλητικών δραστηριοτήτων, το τρέξιμο κ.ά. Σε ορισμένες περιπτώσεις, πιο σπάνιες, η άρθρωση της ποδοκνημικής ενδέχεται να υποστεί κάταγμα ύστερα από κάποιο τροχαίο ατύχημα, το οποίο θα προξενήσει κι άλλους τραυματισμούς. Συγκεκριμένα, ένα κάταγμα της ποδοκνημικής προκαλείται συνήθως από στροφή ή περιστροφή της άρθρωσης και πτώση από ύψος.

 

Τι συμπτώματα προκαλεί;

Το κάταγμα ποδοκνημικής παρουσιάζει τα εξής συμπτώματα:

  • Πόνος, ο οποίος επικεντρώνεται στο κάταγμα, αλλά μπορεί να αντανακλά προς το πόδι ή το γόνατο.
  • Οίδημα, το οποίο περιορίζεται κυρίως γύρω από τον αστράγαλο, αλλά μπορεί να εμφανιστεί και κατά μήκος όλου του ποδιού.
  • Εκχυμώσεις, δηλαδή μώλωπες.
  • Δυσκολία κατά τη βάδιση.
  • Φουσκάλες, οι οποίες μπορεί να εμφανιστούν στην περιοχή του κατάγματος. Σε αυτήν την περίπτωση θα πρέπει να αντιμετωπισθούν άμεσα.
  • Οστά που προεξέχουν με πληγή από το δέρμα, δηλαδή ανοιχτό κάταγμα ποδοκνημικής. Και αυτή η περίπτωση πρέπει να αντιμετωπισθεί άμεσα προς αποφυγήν λοιμώξεων.

 

Πώς διαγιγνώσκεται το κάταγμα ποδοκνημικής;

Πέραν από τα συγκεκριμένα συμπτώματα που προκαλεί το κάταγμα ποδοκνημικής, η λήψη ακτινογραφίας μπορεί να προσδιορίσει ποια οστά έχουν σπάσει, κατά πόσο υπάρχει διαχωρισμός ή μετατόπιση των οστών και να διαπιστωθεί σε τι κατάσταση βρίσκεται το ίδιο το οστό. Ακόμα, η ακτινογραφία βοηθά στην απόφαση της κατάλληλης θεραπείας που θα ακολουθηθεί.

 

Ποιες θεραπείες ενδείκνυνται για το κάταγμα ποδοκνημικής;

Αναλόγως τον τύπο και την εικόνα του κατάγματος από την ακτινογραφία εξαρτάται και η θεραπεία που θα ακολουθηθεί και ειδικότερα αν θα χρειαστεί χειρουργική επέμβαση ή όχι. Στα πρώτα στάδια μπορούν να εφαρμοστούν οι κάτωθι θεραπείες:

  • Παγοθεραπεία και ανύψωση του πάσχοντος ποδιού: Στο κάταγμα ποδοκνημικής είναι πολύ συχνό φαινόμενο το οίδημα. Στον περιορισμό του συμβάλλουν η εφαρμογή πάγου στην περιοχή και η ανύψωση του ποδιού
  • Νάρθηκας: Εφαρμόζεται για να στηρίξει τη σπασμένη ποδοκνημική και συνήθως παραμένει για αρκετό διάστημα. Σε περίπτωση που ο αστράγαλος δεν έχει μετατοπιστεί, ο νάρθηκας εφαρμόζεται αμέσως. Εάν όμως ο αστράγαλος έχει εξαρθρωθεί, πραγματοποιείται κλειστή ανάταξη ακριβώς πριν την τοποθέτηση του νάρθηκα.
  • Ανάπαυση: Βοηθά στην αποφόρτιση του αστραγάλου και μπορεί να διαρκέσει από αρκετές ημέρες έως και εβδομάδες ή μήνες.
  • Γύψος: Μετά από μια περίοδο ακινητοποίησης και αφού υποχωρήσει το αρχικό οίδημα μπορεί να εφαρμοστεί γύψος ή μπότα ώστε να προστατεύεται ο αστράγαλος. Ο γύψος ή η ορθοπεδική μπότα φοριούνται εωσότου το κάταγμα θεραπευτεί πλήρως.
  • Χειρουργική επέμβαση: Κάταγμα ποδοκνημικής, το οποίο έχει υποστεί μεγάλη μετατόπιση ή κάταγμα το οποίο περιλαμβάνει και τα δύο οστά της κνήμης και της περόνης, χρειάζεται συνήθως χειρουργική επέμβαση. Με την επέμβαση, τα τραυματισμένα οστά μπαίνουν στη σωστή θέση και συγκρατούνται με μεταλλικές πλάκες και βίδες. Μετά την επέμβαση, εφαρμόζεται γύψος ή μπότα για την προστασία του αστραγάλου. Ο γύψος ή η μπότα φοριούνται μέχρι το κάταγμα ποδοκνημικής να ιαθεί πλήρως, δηλαδή 2 με 3 μήνες περίπου.

 

Πιθανές επιπλοκές της θεραπείας ενός κατάγματος ποδοκνημικής

Τόσο η συντηρητική όσο κι η χειρουργική θεραπεία ενδέχεται να προκαλέσουν ορισμένες επιπλοκές. Η εμφάνιση μετεγχειρητικού προβλήματος εξαρτάται από την υγεία και τις συνήθειες του ασθενούς, καθώς και τη βαρύτητα του κατάγματος.

Εάν ο ασθενής αμελήσει τη θεραπεία εν γένει, το κάταγμα διατρέχει κίνδυνο απομάκρυνσης από τη θέση του πριν επουλωθεί. Σε περίπτωση που συμβεί αυτό, το οστό επουλώνεται σε λανθασμένη θέση (ατελής πώρωση) και χρήζει θεραπείας. Μια τέτοια επιπλοκή μπορεί να οδηγήσει σε εκφυλιστική αρθρίτιδα.

Μετά από χειρουργική επέμβαση, οι πιθανές επιπλοκές περιλαμβάνουν λοίμωξη του τραύματτος, βλάβη στα αιμοφόρα αγγεία, τα νεύρα και τους τένοντες, θρομβοεμβολική νόσο, ψευδάρθρωση και πόνο λόγω των μεταλλικών πλακών και βιδών. Σε περίπτωση του τελευταίου, ο ασθενής μπορεί να επιλέξει να αφαιρέσει το υλικό κάποιους μήνες αργότερα. Σε κάθε περίπτωση, οφείλει να επικοινωνήσει με τον ιατρό του.

Ο καταρτισμένος Ορθοπαιδικός – Χειρουργός Μαρκόπουλος Χρήστος διαθέτει πολυετή εμπειρία στην αντιμετώπιση καταγμάτων της ποδοκνημικής άρθρωσης. Μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί του άμεσα για οποιαδήποτε ανάγκη σας.