- Τι είναι οι τενοντομεταφορές;
Στις τενοντομεταφορές αντικαθιστούμε έναν τένοντα του σώματός μας που δεν λειτουργεί, με έναν άλλον που μπορεί να εκτελέσει την ίδια ή αντίστοιχη λειτουργία. Ο τένοντας αποτελεί τη συνέχεια του μυ με τον οποίο συνδέεται στο οστό και μεταφέρει την εντολή της κίνησης σε αυτό. Με τις τενοντομεταφορές μπορούμε λοιπόν να δώσουμε κίνηση σε μια περιοχή που έχει παραλύσει ή να διορθώσουμε παραμορφώσεις, οι οποίες οφείλονται είτε σε ανεπάρκεια κάποιου τένοντα είτε σε υπερλειτουργία του, όπως για παράδειγμα η σπαστικότητα. Στην ανεπάρκεια τένοντα οφείλεται η παράλυση μιας περιοχής, οπότε με την μεταφορά ενός άλλου, επιτυγχάνεται το «σφίξιμο» της περιοχής, ενώ στην περίπτωση της υπερλειτουργίας ενός τένοντα, επιτυγχάνεται η χαλάρωση της πάσχουσας περιοχής. Σταδιακά ο εγκέφαλος προσαρμόζεται σε αυτές τις αλλαγές, δυναμώνει τον τένοντα που μεταφέρθηκε και αυτό ουσιαστικά είναι που αποκαθιστά και τη λειτουργικότητά του.
- Ποιοι ωφελούνται από τις τενοντομεταφορές;
Οι τενοντομεταφορές ωφελούν και εφαρμόζονται κυρίως σε ασθενείς με κάποιο τύπο παράλυσης ή παραμόρφωσης από ανεπάρκεια τενόντων, οι οποίοι δεν λειτουργούν πλέον. Ένα παράδειγμα αποτελούν ασθενείς, οι οποίοι έχουν υποστεί κάποιο εγκεφαλικό επεισόδιο με αποτέλεσμα να παραλύσει το πόδι τους ή να μην μπορούν να το σηκώσουν. Ακόμα οι ασθενείς, οι οποίοι από κάποια πάθηση της σπονδυλικής στήλης ή από κάποιο άλλο ατύχημα έχουν παραμορφώσεις με παράλυση τενόντων. Επιπλέον, τενοντομεταφορές πραγματοποιούνται σε ασθενείς με ανεπάρκεια από εκφυλισμό των τενόντων, όπως συμβαίνει συχνά στην πλατυποδία ενηλίκων (το πόδι «φεύγει» προς τα έξω), την κοιλοποδία (η αντίθετη κατάσταση της πλατυποδίας) και τη γαμψοδακτυλία (παραμόρφωση των δακτύλων όπου γίνονται γαμψά). Τέλος, ωφελούνται οι ασθενείς με χρόνιες ρήξεις σε κάποιο τένοντα, ο οποίος δεν μπορεί να αντικατασταθεί και πρέπει να γίνει μεταφορά υγιούς τένοντα, ο οποίος θα κάνει την ίδια λειτουργία του προηγούμενου τένοντα.
- Πού εφαρμόζονται οι τενοντομεταφορές;
Οι τενοντομεταφορές εφαρμόζονται στα άνω και τα κάτω άκρα. Αναφορικά με τα άνω άκρα, μια πολύ συχνή εφαρμογή τους είναι στην παράλυση του κερκιδικού νεύρου. Σε αυτήν την περίπτωση μεταφέρονται τένοντες από την παλαμιαία πλευρά του πήχεως στη ραχιαία πλευρά του πήχεως και του καρπού, έτσι ώστε να υποκατασταθεί η κίνηση των νεκρών μυών. Με αυτόν τον τρόπο, ο καρπός, τα δάκτυλα και ο αντίχειρας θα μπορούν πλέον να εκτείνονται.
Στα κάτω άκρα, οι τενοντομεταφορές εφαρμόζονται πολύ συχνά στην πτώση του ποδιού, όπου μεταφέρεται ο οπίσθιος κνημιαίος, ώστε να μπορεί ο/η ασθενής να σηκώσει το πόδι, στην πλατυποδία που χρησιμοποιείται ο μάκρο καμπτήρας δακτύλου για υποκατάσταση της καμάρας, τη γαμψοδακτυλία και στις παραμελημένες ρήξεις του αχίλλειου τένοντα, όπου χρησιμοποιούμε έναν άλλον τένοντα, τον μάκρο καμπτήρα του μεγάλου δακτύλου.
- Πώς επηρεάζεται η λειτουργία του χεριού και του ποδιού μετά από τις τενοντομεταφορές;
Τα αποτελέσματα στη λειτουργία του χεριού μετά από την τενοντομεταφορά είναι άριστα και η λειτουργία του βελτιώνεται σημαντικά. Οι τένοντες που χρησιμοποιούνται υπάρχουν εις διπλούν, οπότε δεν επηρεάζεται πουθενά αρνητικά το χέρι. Και στην περίπτωση του ποδιού, η λειτουργία του βελτιώνεται γιατί οι τένοντες που χρησιμοποιούνται δεν είναι τόσο σημαντικοί, όσο οι τένοντες που υπολείπονται. Δηλαδή, στην πτώση του ποδιού, το σημαντικότερο είναι η δυνατότητα άρσης του. Ο τένοντας λοιπόν που χρησιμοποιείται είναι από την εσωτερική πλευρά και η λειτουργία αυτού μπορεί να καλυφθεί από παρακείμενους τένοντες.