Τι είναι το κάταγμα δακτύλων;
Το κάταγμα δακτύλων είναι το σπάσιμο των οστών των δακτύλων, τα οποία ονομάζονται φάλαγγες. Ένα κάταγμα μπορεί να προκύψει από τραυματισμό ή από ορισμένες ασθένειες των οστών, οι οποίες οδηγούν στην αποδυνάμωσή τους. Τέτοιες είναι η οστεοπόρωση ή κάποιος ανώμαλος σχηματισμός του οστού από συγγενείς ασθένειες κατά τη γέννηση. Η αντιμετώπιση τους είναι είτε συντηρητική είτε χειρουργική, ανάλογα την ιδιαιτερότητα του κάθε κατάγματος.
Τύποι καταγμάτων που συναντάμε και σε ένα κάταγμα δακτύλων είναι:
- Ένα κλειστό ή απλό κάταγμα, όπου το οστό έχει σπάσει αλλά το δέρμα δεν έχει πληγωθεί.
- Ένα ανοικτό ή σύνθετο κάταγμα, όπου υπάρχει στο κάταγμα μια σχετικά ανοικτή πληγή του δέρματος που οδηγεί άμεσα στο σπασμένο οστό.
- Ένα εγκάρσιο κάταγμα, όπου το σπάσιμο είναι κάθετο στο μακρό άξονα του οστού.
- Ένα λοξό ή σπειροειδές κάταγμα.
- Ένα συντριπτικό κάταγμα, στο οποίο το οστό έχει σπάσει σε διάφορα κομμάτια.
Αίτια κατάγματος στο δάκτυλο
Λόγω της φυσικής εκτεθειμένης θέσης του, το χέρι βρίσκεται συχνά σε συνθήκες κατάγματος και τραυματισμών. Οι αιτίες μπορεί να είναι πολλές. Ενδεικτικά, παρατίθενται οι κάτωθι:
- Αθλητικός τραυματισμός
- Εργατικά ατυχήματα
- Τροχαία ατυχήματα
- Δυνατά χτυπήματα σε σκληρή επιφάνεια
- Τραυματισμοί δακτύλων οι οποίοι προκαλούν αποσπαστικά κατάγματα
- Τραυματισμός ύστερα από πτώση
Τι συμπτώματα παρουσιάζει ένα κάταγμα δακτύλων;
Ένα κάταγμα δακτύλων, όπως και όλα τα κατάγματα, προκαλούν πόνο, οίδημα, ευαισθησία, μώλωπες και ανικανότητα κίνησης. Κάποιες φορές μπορεί το δάκτυλο να παραμορφωθεί. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ακόμα και με κάταγμα δακτύλων, ο/η ασθενής μπορεί να περπατήσει (εάν πρόκειται για δάκτυλο ποδιού) ή να το χρησιμοποιήσει μερικώς (σε περιπτώσεις δακτύλου χεριού). Αυτό δεν προτείνεται, αφού έτσι επιδεινώνεται ο πόνος. Τα συμπτώματα βέβαια καθορίζονται πάντα από τη θέση και τη σοβαρότητα του κατάγματος. Εάν ο πόνος και τα υπόλοιπα συμπτώματα συνεχίζονται για περισσότερο από δύο ή τρεις μέρες, θα πρέπει να επισκεφτείτε άμεσα τον/την ορθοπεδικό.
Πώς διαγιγνώσκεται;
Αρχικά ο ορθοπεδικός με την κλινική εξέταση θα μπορέσει να εντοπίσει την κεντρική περιοχή της ευαισθησίας του δακτύλου. Θα το συγκρίνει με το άλλο αντίστοιχο δάκτυλο. Στη συνεχεία για επιβεβαίωση της διάγνωσης θα ζητηθεί μια απλή ακτινογραφία. Σε εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις, ο ιατρός ενδέχεται να ζητήσει άλλες απεικονιστικές εξετάσεις, όπως μαγνητική ή αξονική τομογραφία.
Πώς αντιμετωπίζεται ένα κάταγμα δακτύλων;
Η θεραπεία ενός κατάγματος εξαρτάται πάντα από τον τύπο του, τη σοβαρότητα και τη θέση του, καθώς και από την κατάσταση του/της ασθενούς. Στόχος της είναι η άμεση αποκατάσταση της φυσιολογικής λειτουργίας του χεριού. Κεντρική προτεραιότητα της θεραπείας αποτελεί η εξασφάλιση της ακεραιότητας της αρθρικής επιφάνειας, καθώς και του οστικού υλικού. Σε δεύτερο χρόνο, επιδιώκεται η πρώιμη κινητοποίηση του πληγωμένου μέλους. Ακινησία για περισσότερο από 4 εβδομάδες ενδέχεται να οδηγήσει σε σοβαρή δυσκαμψία, η οποία διορθώνεται δύσκολα.
Συντηρητική αντιμετώπιση
Κατά τη συντηρητική αντιμετώπιση, το δάκτυλο ακινητοποιείται. Στην περίπτωση ενός παρεκτοπισμένου κατάγματος τα άκρα των οστών θα πρέπει να ευθυγραμμιστούν και το οστό να παραμείνει ακίνητο εωσότου θεραπευτεί. Ο ορθοπεδικός μπορεί προσωρινά με ένα επίθεμα γάζας να «κολλήσει» το σπασμένο δάκτυλο σε ένα γειτονικό ή να τοποθετήσει ειδικό νάρθηκα για δύο έως τρεις εβδομάδες. Μετά από κάποιες εβδομάδες θα χρειαστεί να κάνετε μια δεύτερη ακτινογραφία, ώστε να βεβαιωθεί ο ορθοπεδικός σας ότι τα οστά παραμένουν ευθυγραμμισμένα. Όσο τα συμπτώματα θα υποχωρούν, τόσο θα μπορείτε και εσείς να φορτίσετε ελαφρώς είτε το πόδι είτε το χέρι σας. Σε περίπτωση που ο πόνος επιστρέφει, σταματάτε αμέσως.
Χειρουργική αντιμετώπιση
Η χειρουργική αντιμετώπιση σε ένα κάταγμα δακτύλων κρίνεται απαραίτητη όταν οι άξονες του κατάγματος δεν είναι δυνατόν να ευθυγραμμιστούν ή όταν υπάρχει μεγάλη συντριβή. Αυτό μπορεί να είναι αποτέλεσμα συντριπτικού, ανοικτού ή παρεκτοπισμένου κατάγματος, το οποίο έχει προκαλέσει τραυματισμούς στα γειτονικά σημεία. Συγκεκριμένα, τα παρεκτοπισμένα ενδο-αρθρικά κατάγματα πρέπει να αντιμετωπίζονται χειρουργικά, καθώς είναι απαραίτητη η αποκατάσταση της αρθρικής επιφάνειας. Συνήθως για την επιτυχή ανάταξη και σταθεροποίηση χρησιμοποιούνται ειδικές βελόνες ή πλάκες με βίδες. Η χειρουργική θεραπεία πραγματοποιείται είτε μέσω ανοικτής ανάταξης του τραύματος είτε διαδερμικής οστεοσύνθεσης. Το χειρουργείο επιτυγχάνει την άμεση, ασφαλή και ταχύτερη αποκατάσταση της λειτουργίας του δακτύλου.
Το τρίπτυχο μιας επιτυχημένης χειρουργικής επέμβασης στο χέρι περιλαμβάνει το μικρότερο δυνατό χειρουργικό τραύμα, την υψηλή σταθερότητα και τη δυνατότητα πρώιμης κινητοποίησης. Με βάση αυτά, ο χειρουργός καλείται να ορίσει αποτελεσματικά τόσο τη θεραπεία, όσο και τη μέθοδο και τα υλικά της.
Ο εξειδικευμένος Ορθοπαιδικός – Χειρουργός Μαρκόπουλος Χρήστος διαθέτει πολυετή εμπειρία στην αντιμετώπιση δακτυλικών καταγμάτων. Μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί του άμεσα για οποιαδήποτε ανάγκη σας.